Επεισόδιο 5


-          Πέτρο…;
-          Επιτέλους, μπορώ να σου μιλήσω, να σε αγγίξω. (και την αγκαλιάζει)
-          Μα τι κάνεις Πέτρο;  Γιατί μου το κάνεις αυτό;  Γιατί μετά από τόσο καιρό;
-          Ποτέ μου δεν έπαψα να σε σκέφτομαι.  Πάντα ήσουν στις σκέψεις και στο μυαλό μου.  Έψαξα να μάθω που είσαι,  ήθελα να σε βρω, να σου μιλήσω.
-          Όλα τα είπαμε εκείνη την ημέρα.  Εκείνη τη φορά καθορίσαμε τις ζωές όλων μας.  Εκτός από τις δικές μας αν δεν το θυμάσαι, καθορίσαμε και τη ζωή ενός παιδιού.  Καταλαβαίνεις;  Πως μπορείς να έρχεσαι μετά από τόσο καιρό; Ξεχνάς τι έγινε;  Ξεχνάς τόσο εύκολα;  Τι θες πάλι;
-          Εσένα.   Ήρθα να σε διεκδικήσω.  Ξέρω καλά πως και εσύ δεν με ξέχασες ποτέ σου και με το Νικόλα είσαι απλά από ασφάλεια.  Δεν τον αγαπάς, αγαπάς εμένα ακόμη όπως και εγώ εσένα.
-          Δεν το πιστεύω πως με παρακολουθείς.  Πέτρο φύγε, θα έρθουν και τα κορίτσια τώρα, τι θα τους πω;
-          Προσπάθησα με κάποιο τρόπο να σε πλησιάσω.  Προσπάθησα να έρθω κοντά με κάποιους που κάνεις παρέα.  Γνώρισα την Ελπίδα.  Φεύγω για τώρα, αλλά θα τα πούμε αύριο σίγουρα.
-          Τι εννοείς; Της είπες τίποτα;
-          Όχι.  Απλά δεν άντεχα να βρω την κατάλληλη στιγμή να σε δω και το αποφάσισα σήμερα.  Μου έλειψες, πάντα σε σκεφτόμουν αγάπη μου, σε παρακαλώ, δώσε μου μια ευκαιρία.  Είσαι για’ μένα…
-          Πέτρο σταμάτα.
-          Το τηλέφωνο μου.  Θα περιμένω τηλεφώνημα σου.  Ξέρω πως θα με πάρεις.  Το θες και εσύ όσο και εγώ. 
-          Και αν δεν σε πάρω;
-          Θα καταλάβω πως όλα έχουν τελειώσει μεταξύ μας.  Όσο δύσκολο και αν μου είναι, θα σε αφήσω να ζήσεις ευτυχισμένη, αν εδώ είναι η ευτυχία σου.
Εκεί η Φιλιώ δάκρυσε.  Τους ένωνε κάτι πολύ δυνατό αυτούς τους δυο.  Κάτι που μόνο αυτοί μπορούσαν να καταλάβουν και να εξηγήσουν, κανείς άλλος, μόνο οι δυο τους.  Όλα τελείωσαν πριν καιρό,  πριν ένα χρόνο, εκείνο το καλοκαίρι.  Ή μάλλον, τίποτα δεν τελείωσε;  Τίποτα δεν σταμάτησε;  Τώρα όλα έρχονται στην επιφάνεια για να γράψουν το τέλος, να βάλουν και την τελευταία τελεία στη δική τους ιστορία.  Μετά  ο Πέτρος έφυγε δίνοντας της το τηλέφωνο του.  Η Φιλιώ βρήκε πρόφαση πως είχε χάσει το σκουλαρίκι της για αυτό έμεινε έξω.
-          Ε.. μα που χάθηκες;  Δεν ήθελες να έρθεις εσύ;  (Ελπίδα)
-          Ναι, αλλά έχασα το σκουλαρίκι μου (Φιλιώ)
-          Οπ η Φιλιώ, νοιάζεται για το σκουλαρίκι;  Θα πίστευα πως δε σου καίγετε καρφί για αυτό, αν δεν μας το έλεγες. (Μελίνα)
-          Ε.. τι να κάνουμε.  Τώρα πρέπει να περιποιόμαστε τον εαυτό μας. (Φιλιώ)
Αλλά αυτό που σκεφτόταν πραγματικά εκείνη την ώρα είναι πως αυτά τα μικροπράγματα τελικά, είναι και κάπου χρήσιμα.  Μετά οι κοπέλες επέστρεψαν στο τραπέζι.  Η Φιλιώ ήταν κάπως αφηρημένη, αλλά προσπαθούσε να μην το δείχνει.  Το βράδυ τους κύλισε ομαλά, αλλά κανείς τους δεν ήξερε πως οι σκέψεις τους ίσως να μην ήταν εκεί.  Ίσως να σκέφτονταν το αύριο, το μεθαύριο, το μέλλον, ένα μέλλον καθορισμένο από τη στιγμή που γεννήθηκαν.  Ένα μέλλον που καθόρισε η μοίρα, το σύμπαν για εκείνους τους οχτώ, αλλά μαζί τους εμπλεκόμενοι και άλλοι.  Άλλοι που ίσως δεν το γνωρίζουν ούτε καν οι ίδιοι ακόμη.  Ο χρόνος, ο καιρός, όλα στην ώρα τους θα φανούν. 
Κυριακή, μια μέρα που δεν θα το έλεγα πως την περίμεναν κάποιοι.  Η μέρα που κάποια πράγματα πρέπει να ξεκαθαριστούν και να παρθούν αποφάσεις.  Τελικά η Φιλιώ αποφάσισε;  Θα βάλει εδώ την τελευταία τελεία σε αυτή την ιστορία και θα αφήσει μια για πάντα το παρελθόν της;  Μπορεί να το αντιμετωπίσει;  Να το αφήσει πίσω της;  Να τον αφήσει;  Έπαψε να τον σκέφτεται; Να τον αγαπά;  Να είναι ερωτευμένη μαζί του;  Με αυτόν, τον Πέτρο, ή απλά προσπαθούσε να πείσει τον εαυτό της για το αντίθετο, ενώ μέσα της πολεμούσε για κάτι άλλο;  Για αυτό που η καρδιά της ποθούσε και ήθελε;  Για αυτό που η ψυχή της δεν ηρεμούσε.  Που προσπαθούσε να μεταλλαχτεί από ένα αθώο κοριτσάκι απότομα σε μια γυναίκα, σε ένα αγρίμι, που θα μπορεί τώρα να τα νικάει, να τα ξεπερνάει και να τα αντιμετωπίζει όλα μόνη της.  Είναι έτσι άραγε;  Ή μάλλον ζούσε σε ένα δικό της ψέμα, που τώρα θα το αποκάλυπτε;  Αποφάσισε να το σταματήσει;
Μπροστά από το τηλέφωνο στεκόταν και σκεφτόταν ποιο είναι το σωστό.  Το σωστό είναι να τα σταματήσει όλα εδώ, αλλά ποιο είναι αυτό που θέλει πραγματικά;  Θέλει να τα τελειώσει όλα αυτή τη στιγμή;  Η καρδιά της όμως άλλο της έλεγε.  Πήγε τρέχοντας, άρπαξε το χαρτάκι με το τηλέφωνο του και χτύπησε τον αριθμό.  Περίμενε μία, δύο, στον τρίτο χτύπο άκουσε τη φωνή του. 
-          Ναι; (Πέτρος)
Εκείνη αμίλητη.
-          Ναι;  Ποιός είναι; (Πέτρος)
-          Εγώ είμαι, η Φιλιώ.
-          Με πείρες τελικά.  Άρχισα να πιστεύω πως δεν θα το έκανες.
-          Δεν ξέρω γιατί;  Αν έκανα σωστά.
-          Έκανες αυτό που ήθελε η καρδιά σου, γιατί αν δεν το ήθελες δεν θα με έπαιρνες.  Θέλω πολύ να σε δω, να μπορέσουμε να μιλήσουμε,  να ξεκαθαρίσουμε κάποια πράγματα, για το τότε.  Πρέπει να τα πούμε.
-          Θα συναντηθούμε σε ένα καφέ πιο κάτω από το εστιατόριο  που ήμασταν χθες.  Στο Republic.
Η Φιλιώ μετά το τηλεφώνημα που έκανε στον Πέτρο κάτι την έκανε να αλλάξει.  Έλαμπε ολόκληρη, όσο και αν δεν ήθελε να το παραδεχθεί και να το δείξει ούτε καν η ίδια στον εαυτό της, δεν μπορούσε να το κρύψει.  Μετά από τόσο καιρό της ήρθε η διάθεση να πάει να ετοιμαστεί, να ντυθεί κομψά και να νιώσει πάλι γυναίκα, πως και αυτή έχει δικαίωμα ξανά να ζήσει τον έρωτα.  Αλλά γιατί μιλάμε για δικαίωμα, όταν το δικαίωμα της ζωής ενός παιδιού το καθόρισαν άλλοι, τότε δεν μιλάμε για δικαιώματα, αλλά για φρικτά εγκλήματα.  Τρομερά εγκλήματα που κάνουν άνθρωποι με τη θέληση τους ή και μη.  Η Φιλιώ πήγε να φορέσει κάτι, χτένισε τα μαλλιά της, έβαλε λίγο ρουζ και ήταν έτοιμη να φύγει, μέχρι που άκουσε το τηλέφωνο της.  Ήταν ο Νικόλας.  Πώς μπόρεσε να τον ξεχάσει;  Να ξεχάσει αυτή τη μικρή λεπτομέρεια.  Πως κάπου εκεί έξω υπάρχει ένας άνθρωπος, ένας άντρας που την αγαπάει, που τη νοιάζεται και της δίνει και χρόνο.  Ένας άνθρωπος που την ερωτεύθηκε για αυτό που είναι, με αυτά που δίνει.  Πως μπόρεσε να το κάνει αυτό στον Νικόλα;   Δεν το σκέφτεται;  Δεν τον νοιάζεται έστω και λίγο;  Αυτός την κατάλαβε, περίμενε να του μιλήσει και αυτή τον προδίδει με τον πιο φτηνό τρόπο. Όμως τη λέω, στον έρωτα ξεχνάς τα πάντα. Ξεχνάς ότι κάποιες φορές πληγώνεις ανθρώπους που δεν φταίνε.  Άτομα που δεν το αξίζουν, γιατί η Φιλιώ δεν του άξιζε.  Αν έκανε αυτό το λάθος με τον Πέτρο για ακόμη μια φορά, θα τον πονέσει.  Δεν του αξίζει… δεν του αξίζει.. δεν….
-          Ναι; (Φιλιώ)
-          Έλα αγάπη μου πως είσαι; Κοιμήθηκες καλά;
-          Νικόλα;  Δεν μου αρέσει να με λες έτσι.  Πόσες φορές να στο πω.
-          Ε πώς να σε λέω δηλαδή;  Αφού για μένα είσαι η αγάπη μου.  Αλλά εντάξει όπως θες, δεν χρειάζεται να εκνευρίζεσαι γλυκιά μου.
-          Ε Νικόλα δεν καταλαβαίνεις.
-          Όχι Φιλιώ δεν καταλαβαίνω.  Είπαμε να δώσουμε μια ευκαιρία σε εμάς και εσύ το μόνο που κάνεις είναι να φωνάζεις.  Ότι και να κάνω παραπονιέσαι. Πες μου τι θέλεις να κάνω και θα το κάνω, αρκεί να είσαι ευχαριστημένη.
-          Θέλω να με αφήσεις μόνη μου σήμερα.
-          Έγινε κάτι;
-          Απλά θέλω να σκεφτώ.
-          Εντάξει.  Αν αυτό θα σου κάνει καλό, θα σε αφήσω.  Όταν νιώσεις την ανάγκη όμως πάρε με, θα περιμένω.
Του μίλησε πολύ απότομα. Πως μπόρεσε να το κάνει αυτό;  Να του μιλήσει έτσι σκληρά.  Δεν ήταν αυτή η Φιλιώ, αυτή ήταν άλλη γυναίκα, μια γυναίκα που τα πάντα την εκνευρίζουν και προσπαθεί απλά να βρει τρόπους να βγει έξω και να συναντήσει αυτόν που η καρδιά της ποθούσε.  Γιατί όμως;  Γιατί σ’ αυτόν;  Γιατί στο Νικόλα;
Στο μεταξύ η Έλενα ζει ευτυχισμένες στιγμές με το Χάρη.   Σπίτι του Χρίστο είναι η Ελπίδα, η Μελίνα και ο Σταύρος οι οποίοι μιλάνε, βλέπουν ταινίες και γελάνε.  Η Ελπίδα προσπαθεί να ξεχάσει το Γιώργο και οι άλλοι εκεί να την παρηγοράνε.
-          Πάω να φέρω και άλλους. (Μελίνα)
-          Α .. μπράβο.. βάλε και λίγο άλας παραπάνω αυτή τη φορά. (Χρίστος)
-          Καλά ρε Χρίστο.  Πόσο άλας πλέον.  (Ελπίδα)
-          Και οι άλλοι;  Που είναι; (Σταύρος)
-          Μίλησα με την Έλενα το πρωί και θα πήγαιναν βόλτα με το Χάρη και μετά θα έρθουν από εδώ.  Η Φιλιώ φαντάζομαι και αυτή με το Νικόλα. (Μελίνα)
Μόλις η Φιλιώ συναντάει τον Πέτρο αγκαλιάζονται.  Αυτός την παίρνει στα χέρια του και τη σηκώνει ψηλά δίνοντας της ένα φιλί.  Ένα φιλί που αναπλήρωσε όλο αυτό το χαμένο χρόνο, ένα χρόνο απόστασης χωρίς να συναντηθούν.  
-          Πέτρο..
-          Το ξέρω πρέπει να μιλήσουμε, αλλά ήθελα πολύ να το κάνω αυτό. Πόσο καιρό μακριά σου;  Δεν μπορώ άλλο.
-          Γιατί γύρισες;  Γιατί ήρθες να με ψάξεις μετά από τόσο καιρό;
-          Ποτέ δεν σταμάτησα να σε σκέφτομαι.
-          Και γιατί δεν ήρθες πριν καιρό;  Τώρα;  Τώρα που προσπαθώ να ξαναφτιάξω τη ζωή μου;
-          Τι να φτιάξεις;  Ποιον κοροϊδεύεις;  Το μόνο που θα καταφέρεις είναι να γίνεις δυστυχισμένη και να κάνεις και τον άλλο έτσι, αφού δεν νιώθεις τίποτα για αυτόν.
-          Και εσύ που το ξέρεις;
-          Εγώ ξέρω αγάπη μου.  Σε ξέρω, γνωρίζω την κάθε σου σκέψη, την κάθε σου επιθυμία,  γιατί πάντα ήμουν εκεί μαζί σου, στη καρδία σου, στο μυαλό και στις σκέψεις σου. 
-          Πέτρο, μου ήταν δύσκολο να τα αφήσω όλα πίσω μου και να κάνω μια νέα αρχή.
-          Ναι αλλά με τον τρόπο σου δεν θα τα καταφέρεις, πρέπει πρώτα να τα ξεκαθαρίσεις όλα μέσα σου και μετά να μπορέσεις.
-          Και αυτό κάνω, προσπαθώ.
-          Πως;  Κρύβοντας την αλήθεια και από τον εαυτό σου;
-          Τι θες Πέτρο; Τόσο εύκολα ξεχνάς;  θυμάσαι που ήμασταν μαζί από τα δεκαέξι μας;
-          Ναι και η αγάπη μας ήταν τόσο δυνατή..
-          Ήταν εφηβικός έρωτας Πέτρο.
-          Δεν ήταν μόνο αυτό. Ήμασταν μαζί περισσότερο από χρόνο.  Στα δεκαεπτά μας..
-          Σταμάτα… Τι θες να πούμε;  Ότι στα δεκαεπτά έμεινα έγκυος;  Μόνη μου το πέρασα αυτό Πέτρο.  Εσύ δεν το ήθελες.
-          Δεν ήθελα ευθύνες για αυτό και σου είπα πως δεν πρέπει να το κρατήσουμε.
-          Και με πίεζες, ήξερες πόσο σε αγαπούσα και μου έβαζες δίλημμα, ή το παιδί ή εσένα.  Ήξερες πως θα το σκοτώναμε αν δεν το κρατούσαμε.
-          Ειλικρινά μετανιώνω.
-          Τίποτα δεν αλλάζει. Δεν φέρνει το χρόνο πίσω.
-          Μπορείς εσύ όμως να τον κάνεις να γίνει καλύτερος.  Κάνε αυτό που αισθάνεσαι για μια φορά.
-          Το έκανα παλιά και τελικά έκανα λάθος.
-           Γιατί η αγάπη μας ήταν ένα λάθος;
-          Εσύ τα έκανες όλα να γίνουν έτσι.
-          Μετά έφυγες. 
-          Τι να έκανα;
-          Έμαθα πως το έριξες.
-          Δεν το έριξα.  Δεν ήθελα να το κάνω.  Είχα μιλήσει στους γονείς μου και με βοήθησαν για λίγο καιρό μέχρι να δω τι θα γινόταν. Σταμάτησα το σχολείο, στον πρώτο μήνα είχα αιμορραγία, πήγα στο νοσοκομείο και εκεί έχασα το παιδί.  Ο οργανισμός μου δεν το άντεξε.
-          Άρα δεν το σκοτώσαμε;
-          Αυτό σε νοιάζει;  Μόνο και μόνο που το σκέφτηκες και μου έδωσες αυτό το δίλλημα.
-          Μην τα σκέφτεσαι όλα αυτά.
-          Μετά συνέχισα το σχολείο, έμεινα λίγο πίσω μέχρι και να συνέλθω.  Έβγαλα τη χρονιά.
-          Δεν σε είδα όμως.  Ρώτησα  αλλά κανείς δεν ήξερε τίποτα.  Πήγα και σπίτι σου.
-          Με άλλαξαν οι δικοί μου.  Πήγαμε σε άλλο σπίτι, άλλο σχολείο, άλλη ζωή.
-          Ας τα ξεχάσουμε όλα, ας τα αφήσουμε πίσω μας και να κάνουμε μια νέα αρχή μαζί, οι δύο μας.
-          Πόσες αρχές να κάνω;  Πόσα λάθη;
-          Τελευταία,  θα είμαστε μαζί και τίποτα δεν θα μας το χαλάσει.
-          Δεν είναι τόσο απλά, υπάρχει και ο Νικόλας.
Ο Σταύρος και η Μελίνα έρχονται ολοένα και πιο κοντά.
-          το ξέρω πως είπαμε να δώσουμε λίγο χρόνο, αλλά δεν μπορώ να σε βγάλω από το μυαλό μου.  Είναι η πρώτη φορά που νιώθω έτσι για κάποια.
-          Σταύρο .. δεν ξέρω τι να σου πω.
-          Να μου πεις μόνο αυτά που αισθάνεσαι και εσύ.
-          Και εγώ νιώθω για‘ σένα κάτι δυνατό, απλά φοβάμαι, φοβάμαι να αφεθώ σε αυτή την αγάπη.
-          Γιατί;  Δεν πρέπει να φοβάσαι να αγαπάς.  Αντιθέτως, είναι ένα συναίσθημα βαθύ, που όταν το νιώσει κάποιος σίγουρα αισθάνεται όμορφα.
-          Αυτό που με φοβίζει περισσότερο είναι μήπως και κάνουμε λάθος.
-          Αν δεν προσπαθήσεις, δεν ρισκάρεις, πάντα θα μένεις με την απορία, ποτέ σου δεν θα μάθεις από τα λάθη σου και προπάντων αν αυτός που επιλέγεις είναι στα αλήθεια αυτός που αγαπάς.
Την αγκαλιάζει, και μετά δίνουν και αυτοί το πρώτο τους φιλί.  Αυτό το φιλί είναι σημάδι της αγάπης τους.   Μιας αγάπης που κανείς δεν ξέρει, δεν φαντάζεται πόσο θα δοκιμαστεί.  Πόσο θα πρέπει να αντέξει στο χρόνο.  Άραγε είναι αληθινή;  Είναι τόσο δυνατή ώστε να ξεπεράσουν όλα τα εμπόδια τους και θα συναντηθούν για μια ακόμη φορά;  Η τελευταία τους, ώστε εκείνη τη μέρα να ολοκληρώσουν αυτή την αγάπη;  Δευτέρα.  Πολλά θα συμβούν αυτή την μέρα.  Ήρθε η στιγμή όπου θα έρθουν αλήθειες.  Αποκαλύψεις στην επιφάνεια και άτομα τα οποία θα πληγωθούν χωρίς να το αξίζουν.  Αποφάσεις που ίσως στο μέλλον τις μετανιώνουν.   Θα είναι όμως άραγε αργά;  Ο χρόνος όλα θα τα δείξει.
-          Καλημέρα σας. (Μελίνα)
Η Μελίνα είχε μόλις φθάσει με το Σταύρο και πήγαν κοντά στην Έλενα, το Χάρη την Ελπίδα και το Χρίστο. Εκεί μιλάνε μέχρι που εμφανίζεται και ο Νικόλας.
-          Νικόλα ;  (Μελίνα)
-          Φοβάμαι..
-          Τι φοβάσαι;
-          Η Φιλιώ.  Είναι πολύ παράξενη από χθες.  Κάτι συνέβηκε, δεν ξέρω.  Σα να την προβληματίζει κάτι.
Ακριβώς εκείνη την ώρα έρχεται και η Φιλιώ.  Κοιτάζει το Νικόλα και πηγαίνει κοντά του.
-          Πρέπει να μιλήσουμε. (Φιλιώ)
Η Μελίνα τους αφήνει μόνους να τα πούνε.
-          Έκανα λάθος Νικόλα.  Δεν έπρεπε να δώσουμε ευκαιρία σε εμάς.  Αυτά που έχω από το παρελθόν μου με κυνηγάνε και θα με ακολουθούν πάντα.
-          Μίλησε μου.  Δεν σε καταλαβαίνω.
-          Είχα μια σχέση στα δεκαέξι μου.  Με εκείνο το παιδί ήμασταν ένα χρόνο περίπου.  Μετά έμαθα πως ήμουνα έγκυος.  Όταν του το είπα μου ζήτησε να το ρίξω αν ήθελα να συνεχίσουμε.  Εγώ δεν ήξερα τι να κάνω.  Ήμουνα ερωτευμένη μαζί του. Τον αγαπούσα πάρα πολύ για να τον χάσω.  Όταν αποφάσισα να μιλήσω στους γονείς μου, με άλλαξαν σχολείο.  Φύγαμε και από το σπίτι.  Διέκοψα για λίγο το σχολείο μέχρι να δούμε τι θα έκανα. Αλλά στον πρώτο μήνα έχασα το παιδί από αιμορραγία.  Έκανα  μια νέα αρχή μακριά του, αν και ήθελα να τον βρω.  Αυτός με έψαχνε αλλά εμείς εξαφανιστήκαμε.
-          Αυτό είναι  το παρελθόν σου που δεν μπορούσε να σε αφήσει να είμαστε μαζί;  Οι δύο μας θα προσπαθήσουμε να τα ξεπεράσουμε και να σβήσουμε όλες τις πληγές.
-          Νικόλα δεν καταλαβαίνεις.  Άφησε με να σου εξηγήσω.  Εκείνο το βράδυ, το Σάββατο στο εστιατόριο το συνάντησα μετά από τόσο καιρό.  Με είχε βρει εδώ και μέρες αλλά έψαχνε ευκαιρία να μου μιλήσει. 
-          Το συνάντησες δηλαδή;  Για αυτό ήσουν αναστατωμένη.
-          Μου έδωσε το τηλέφωνο του.  Έπρεπε να βρεθούμε να μιλήσουμε.  Είχαμε πολλά να πούμε.  Ερωτήματα αναπάντητα που έπρεπε να του δώσω και αυτός σε εμένα,  είχα μέσα μου ένα παιδί.
-          Αλλά αυτός συμπεριφέρθηκε πολύ σκληρά.
-          Ήταν ανώριμος.  Μικρός ακόμη για ευθύνες.
-          Και τι μου λες τώρα;   Τον δικαιολογείς;
-          Όχι, απλά λέω την αλήθεια.
-          Και τι είπατε χθες;
-          Νικόλα..
-          Την αλήθεια.  Σήμερα θα πούμε μόνο αλήθειες.  Όλα να τα ξεκαθαρίσουμε.
-          Νικόλα είσαι πολύ καλός μαζί μου.  Με δέχτηκες όπως ήμουν.  Περίμενες να σου μιλήσω όταν θα μπορέσω, όταν το νιώσω εγώ.  Είπαμε να δοκιμάσουμε, αλλά αυτό που δεν υπολόγισα είναι ότι δεν έχω κλείσει τις πληγές, δεν άφησα ποτέ το παρελθόν πίσω μου.  Πάντα το κοιτούσα και κατά βάθος ήθελα να έρθει εκείνη η στιγμή..
-          Σταμάτα.
-          Είπες να πούμε αλήθειες  και αυτό κάνω.
-          Τώρα μου λες πως δεν το ξέχασες ποτέ σου και όταν τον είδες κατάλαβες πως πρέπει να πας μαζί του ξανά;
-          Μην παραλογίζεσαι και μην μου μιλάς έτσι.
-          Δεν θα το έκανα ποτέ, αλλά αυτό που μου λες με πονά..  Σε αγαπώ πραγματικά και πίστεψα πως μπορούσαμε να είχαμε μέλλον οι δύο μας.  Αν έκανες και εσύ μια προσπάθεια και το ήθελες φυσικά, αλλά τελικά έκανα λάθος. 
-          Ένιωσα για εσένα κάτι δυνατό. Αλλά τον Πέτρο..
-          Πέτρος ώστε.
-          Ναι.. και ένιωσα για ακόμη μια φορά …
-          Κατάλαβα.  Από μένα είσαι ελεύθερη.  Θέλω να είσαι ευτυχισμένη.  Αν στο πλευρό του θα βρεις αυτό που ψάχνεις τότε εντάξει.
-          Νικόλα είσαι πολύ καλός.  Τουλάχιστον ας μείνουμε φίλοι.
-          Θα μου είναι δύσκολο στην αρχή αλλά θα το προσπαθήσω μια και θα είμαστε όλοι μαζί. 
-          Ελπίζω με τον καιρό να τα πάμε καλύτερα.  Μπορώ να σε αγκαλιάσω;
-          Μην μου το κάνεις πιο δύσκολο. 
Όλοι κατάλαβαν πως κάτι έτρεχε, κάτι συνέβαινε, κάτι  που θα το μάθαιναν σύντομα αφού δεν θα έμενε κρυφό στην παρέα.  Ο Γιώργος με τον φίλο του μιλούσανε για το χορό.
-          Ρε φίλε τι γίνεται με εκείνη που χόρευες τν Παρασκευή;
-          Πρέπει να μάθω ποια είναι.  Το σίγουρο είναι πως θα την ρίξω.  Δεν πρόκειται να επιτρέψω σε καμία να με αφήνει με τέτοιο τρόπο.
Στο μεταξύ η ελπίδα με το Χρίστο ήταν μαζί.
-          Τελικά τι θα γίνει Ελπίδα;  Θα ταλαιπωρείς το μυαλό σου για πολύ ακόμη;
-          Αχ ρε Χρίστο μακάρι να ήταν όλα τόσο εύκολα.
-          Μπορείς εσύ να τα κάνεις αν θες.
-          Και τι να κάνω δηλαδή;  Να πάω και να του πω, Γιώργο εγώ είμαι αυτή που ψάχνεις;  Και καταρχάς δεν ξέρουμε ακόμη αν δεν με έχει ξεχάσει.
-          Και πάλι, αν πας να του μιλήσεις θα νιώσεις καλύτερα.  Θα τα βγάλεις επιτέλους από μέσα σου.
-          Ουφ.. μακάρι να μπορούσα, αλλά φοβάμαι.
-          Πάλι φοβάσαι, μόνο αυτό λες.  Ρε παιδάκι μου πήγαινε και πες το του να τελειώνουμε.  Γιώργο εγώ είμαι.
Εκείνη την ώρα περνούσε ο Γιώργος από εκεί και τυχαία άκουσε την ομιλία τους.  Όταν άκουσε τη τελευταία τους πρόταση Γιώργο εγώ είμαι, πήγε αμέσως κοντά τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου