Επεισόδιο 4


-          Δεν ξέρω πως έγινε;  (Φιλιώ)
-          Δε χρειάζεται να ξέρεις.  Απλά το αισθανθήκαμε και οι δύο. (Νικόλας)
-          Και που ξέρεις πως το ήθελα;
-          Αν δεν ήθελες, μέχρι τώρα θα με είχες χαστουκίσει.
-          Με έμαθες βλέπω.
-          Έχω ακόμη να μάθω για’ σένα, αλλά σιγά σιγά, όλα στην ώρα τους.
-          Νικόλα, ξέρεις..
-          Το μετάνιωσες που με φίλησες;
-          Θα είμαι ειλικρινείς.  Δεν είμαι ο τύπος που θα αρχίσει να μιλάει σε όλους, ούτε με νοιάζει ιδιαίτερα πως θα ντυθώ πώς να κολακεύσω κάποιον.  Όλα αυτά μου έχουν τελειώσει. Έσβησαν για μένα.  Νιώθω παγιδευμένη μέσα σε ένα κουτί, δεν μπορώ να βρω διέξοδο.  Όταν σε είδα και ήρθαμε και σήμερα πιο κοντά ένοιωσα πως βρήκα λίγο φως μέσα σε όλο αυτό το σκοτάδι που βρισκόμουνα.  Αλλά υπάρχουν κάποια πράγματα τα οποία δεν ξέρεις για μένα, δεν μπορείς να με καταλάβεις τώρα.  Και ούτε μπορώ να προχωρήσω σε ένα δεσμό, αφού εγώ η ίδια δεν τα έχω καλά με τον εαυτό μου.
-          Τότε πες μου, μίλησε μου, θα σε καταλάβω.  Θα βρούμε μαζί την άκρη, θα σε βοηθήσω να βρούμε μια διέξοδο από όλο αυτό που μου λες.
-          Νικόλα;  Μου είναι πολύ δύσκολο να μιλήσω αυτή τη στιγμή.
-          Άσε με να είμαι κοντά σου τουλάχιστον, να μπορώ να σε βλέπω.
-          Ξέρεις, κανείς δεν μπόρεσε να με κάνει να τα πω αυτά. Μαζί σου ένιωσα ασφάλεια, σιγουριά.  Με έκανες και πάλι ένα αθώο κορίτσι.
-          Γιατί δεν είσαι εσύ ένα αθώο κοριτσάκι;  (και την αγκαλιάζει)
Η νύχτα πέρασε, μεσάνυχτα ήρθαν, η ώρα και η στιγμή όπου το κάθε τι βρισκόταν σε κάποιο σημείο.  Στο σημείο όπου όλα άρχισαν, όπου όλα θα ξεκινήσουν να ξετυλίγονται με αργούς ρυθμούς.  Εκεί όπου το μυστήριο αρχίζει και τα μυστικά έρχονται σιγά σιγά στην επιφάνεια.  Ο καθένας βρισκόταν εκεί όπου θα είναι το μέλλον του. Με εκείνο που η μοίρα διάλεξε, που εκείνη θα επισφραγίσει, θα δώσει την τελευταία της γροθιά για να ενώσει αυτούς τους ανθρώπους.  Μετά από την προσπάθεια της Ελπίδας να ξεφύγει από το Γιώργο, βρίσκει το Χρίστο και πηγαίνουν μαζί στο σπίτι του. Η Φιλιώ μαζί με το Νικόλα, Η Μελίνα με το Σταύρο, και η Έλενα με το Χάρη ετοιμάζονταν να φύγουν. 
Σάββατο! 
-          Τα πράγματα άλλαξαν.  Κατάλαβα πως με επηρεάζατε.  Μην σας πω ότι με κατηγορούσατε κιόλας πισώπλατα.  Δεν ξέρω πως διανοήθηκα και ήρθα σε εσάς.  Εκεί όπου ότι χειρότερο μπορούσε να υπάρχει και να πάθω.  Μια κακία που ξεχειλίζει από τη στιγμή που θα μιλήσετε. (Έλενα)
-          Αρκετά είπες.  Νομίζεις πως είσαι καλύτερη;   Ότι μέσα από τις προσβολές σου θα με κάνεις να αλλάξω;  Πήγαινε όπου θες, αλλά να ξέρεις πως αυτό  θα μου το πληρώσεις.  Καμιά δεν μας μιλάει έτσι.  Όποιος το κάνει θα την πληρώσει.  Έτσι θα έρθει και η δική σου σειρά, εκεί που δεν θα το περιμένεις. (Χρύσα)
 Η Μελίνα και η Έλενα έμεινα μαζί στο σπίτι.  Ήθελαν αυτό το σαββατοκύριακο να αναπληρώσουν όλο το μικρό χρόνο που έχασαν.
-          Δεν μου είπες;  Τι έγινε χθες; (Έλενα)
-          Τι να πω, ήταν πολύ όμορφα.
-          Μιλάω για αυτό το παιδί που ήσασταν μαζί.  Σταύρο;
-          Ναι, Σταύρος.  Μιλήσαμε χθες κάπως διαφορετικά, ανοιχτήκαμε ξέρεις.  Μου είπε ότι αισθάνεται κάτι για εμένα αλλά εγώ του είπα πως είναι νωρίς, όμως δεν το κρύβω ότι…
-          Σου αρέσει.
-          Όχι μόνο.  Με έκανε να αισθανθώ διαφορετικά.  Έλα τώρα όμως και εσένα σε είδα να τρέχει κάτι με έναν τύπο.
-          Ήταν ένας από το αναγνωστήριο.  Αλλά εκείνη τη μέρα του μίλησα απότομα και δεν του είχα συστηθεί.  Χθες όμως γνωριστήκαμε καλύτερα.  Έχω να δηλώσω πως είναι ενδιαφέρων τύπος.
Το τηλέφωνο της Μελίνας είχε χτυπήσει εκείνη τη στιγμή και εκείνη έτρεξε να το απαντήσει.
-          Εκείνος είναι. (Έλενα)
-          Άντε απάντησε, τι περιμένεις; (Μελίνα)
-          Ναι;
-          Έλα, πως είσαι;  Ελπίζω να μην σε πέτυχα σε τίποτα;
-          Όχι, εδώ με τη φίλη μου .
-          Τι λες, θα ήθελες να πάμε για έναν καφέ;
-          Εμ, θα το ήθελα..
-          Τότε;
-          Εντάξει.  Σε πόση ώρα;
-          Ετοιμάσου και θα περιμένω τηλεφώνημα σου να πούμε το που.
-          Οκ, τα λέμε.

-          Δεν σε πειράζει έ; (Έλενα)
-          Μα τι λες;  Αντιθέτως, χαίρομαι που θα βγείτε. (Μελίνα)
-          Και εσύ;  Γιατί δεν κανονίζεις τίποτα;
-          Σαν τι δηλαδή;
-          Σαν τι δηλαδή;  Πες μου, ποιον κοροϊδεύουμε;  Με το Σταύρο εννοώ.
-          Και τι θες;  Να τον πάρω;  Θα νομίζει και τίποτα.
-          Ενώ δεν,  δεν τρέχει κάτι ας πούμε.  Όλα είναι ρόδινα και ωραία.
Τι ήταν αυτό που αισθανόταν η Μελίνα για το Σταύρο;  Ήταν ένα συναίσθημα βαθύ; Κάτι ζωντανό;  Ή απλά ένας ενθουσιασμός;  Μπορούσε να αφεθεί σε ένα έρωτα τόσο απλά;  Τόσο εύκολα;  Ή κάτι φοβόταν;  Την εμπόδιζε;  Τη σταματούσε;
Το τηλέφωνο χτύπησε και διέκοψε τις σκέψεις τις;  Ήταν εκείνος που περίμενε άραγε;  Ήρθε η στιγμή να εκπληρώσει την επιθυμία της;  Να τον ακούσει , να τον αισθανθεί, να νιώσει τη φωνή του, την καρδιά του, ότι βρίσκεται δίπλα του, κρυμμένη στη ζεστή και τρυφερή του αγκαλιά.
-          Ναι;
-          Μελίνα μου, τι κάνεις;
-          Έλα Νικόλα εσύ είσαι;
-          Μπα,  δε σου κάνουμε;
-          Όχι βρε, απλά η αλήθεια είναι ότι δεν περίμενα εσένα.
-          Γι’ αυτό κερνάω καφέ να μου τα πεις.  Είσαι;  Έχω να σου πω και εγώ.
-          Άντε, η αλήθεια είναι ότι μου έλλειψε ο καφές μαζί σου.
-          Ναι, ναι, έτω επειδή κερνάω..
-          Χεχε, ναι μα είδες;  Άντε σε μια ώρα στο συνηθισμένο.
Στο μεταξύ η Ελπίδα είχε κοιμηθεί στο σπίτι του Χρίστο. Το βράδυ δεν αισθανόταν και τόσο καλά ώστε να μείνει μόνη της.  Φυσικά αυτός σαν ευγενικός της παραχώρησε το κρεβάτι του και κοιμήθηκε στον καναπέ. 
-          Χρίστο;
-          Καλημέρα λέει ο κόσμος πρώτα. Καφέ στην κουζίνα.
-          Καλημέρα.  Φαντάζομαι περιμένεις μια εξήγηση.
-          Εσύ τι λες.  Φυσικά αν θες μου τη δίνεις, αν και πάλι όχι θα σε κάνω με τον τρόπο μου.
-          Δηλαδή;
Εκείνη τη στιγμή τρέχει βιαστικά κοντά της και αρχίζει να την γαργαλάει.  Γνώριζε καλά πως η Ελπίδα δεν μπορούσε να αντισταθεί σε αυτό και θα του τα έλεγε όλα. Εκείνη τη στιγμή όμως γίνεται αυτό το ξαφνικό, αυτό που δεν θα καταλάβει κανείς ακόμη.  Τι είναι αυτό που συνέβηκε εκείνη τη στιγμή;  Κάτι έκανε το Χρίστο να αισθανθεί διαφορετικά.  Ίσως το χαμόγελο της;  Κάτι πάντως τον είχε μαγνητίσει εκείνο το πρωινό και τον έκανε να αλλάξει κάτι μέσα του.  Συνέχισε να την κοιτάει και μετά χωρίς να το καταλάβει η Ελπίδα είχε είδη βρεθεί στην αγκαλιά του.  Γιατί όμως ένιωσε αυτή τη φορά λίγο παράξενα;  Δεν ήταν μια συνηθισμένη αγκαλιά που έκαναν κάθε φορά οι δύο τους;  Μια φιλική αγκαλιά;
-          Έ.. Χρίστο;  Τι σκέφτεσαι;
-          Τι σκέφτομαι;  Άντε κορίτσι μου θα μου πεις καμιά φορά.
-          Χθες μου ζήτησε να χορέψουμε.  Ξέρεις ένιωσα πολύ όμορφα που μου έδωσε σημασία.  Όταν χορεύαμε ένιωθα πως πετούσα στα σύννεφα, στα ουράνια, ήταν όλα τόσο μαγικά, μέχρι που πήγε να μου βγάλει τη μάσκα και να με φιλήσει.  Εγώ όμως άρχισα να τρέχω για να φύγω. 
-          Ξέρεις, άλλη στη θέση σου θα το εκμεταλλευόταν και θα έμενε εκεί να τον φιλούσε. 
-          Ντρέπομαι για αυτό που θα σου πω, αλλά η αλήθεια είναι ότι ήθελα πολύ να έμενα εκεί και να του έδινα ένα φιλί.  Αλλά πήγε να μου βγάλει και τη μάσκα και αυτό είναι που με τρόμαξε περισσότερο.  Ξέρεις τι θα συνέβαινε αν μάθαινε με ποια χόρευε;
-          Γιατί δεν κατάλαβα;  Τι έχεις εσύ δηλαδή; 
-          Άντε ρε Χρίστο που κάνεις πως δεν καταλαβαίνεις.  Αν μάθει πως ήμουνα εγώ, θα αισθανθεί τόσο κατώτερος και θα με περιφρονήσει.  Φοβάμαι πως δεν θα αντέξω την απόρριψη.
-          Άκου Ελπίδα κάτι που θα σου πω και θέλω να το βάλεις καλά στο μυαλό σου.  Είσαι μια κοπέλα πολύ όμορφη, αν και εσύ δεν το βλέπεις.  Είσαι όμορφη και εξωτερικά και εσωτερικά.  Λίγοι έχουν και τα δύο.  Και εσύ θα πρέπει να είσαι ευγνώμων που τα έχεις.  Το κακό μαζί σου όμως είναι ότι αυτή η ντροπαλότητα σου, σε κάνει να υποτιμάς τον ίδιο σου τον εαυτό.  Προσπάθησε να αποβάλλεις λοιπόν αυτή τη ηττοπάθεια.  Αρκεί να το θες και εσύ.
-          Το ξέρω Χρίστο αλλά δεν μου είναι και εύκολο.
Η Φιλιώ εκείνο το βράδυ κοιμήθηκε πολύ ήρεμα.  Είχε καιρό να ξεκουραστεί τόσο πολύ χωρίς να σκέφτεται τίποτα, να μην τη βασανίζει κάτι.  Το πρωί όμως, το τηλέφωνο που χτύπησε διέκοψε το γλυκό της ύπνο.
-          Μμ..
-          Καλημέρα, από’ τι φαίνεται κάποια την πήρε ο ύπνος.
-          Μμ., ναι..
-          Λέω να  πάμε μια βόλτα σήμερα στα μαγαζιά αν θες.
-          Α.. Νικόλα, μα και εσύ τόπο μου λες να πάμε;
-          Γιατί τα μαγαζιά δεν είναι τόπος;
-          Δεν τα πηγαίνω καλά μαζί τους.
-          Καιρός να τα πας τότε.  Πάντως χθες άλλα έδειχνες.  Ήσουνα καταπληχτική.
-          Ας είναι καλά τα κορίτσια τότε που με έκαναν πορσελάνη.
-          Μ’ αρέσει ο αυθορμητισμός σου.
-          Τέλος πάντων.  Το απόγευμα θα τα πούμε.
-          Τότε τα λέμε.
Η Έλενα και ο Χάρης συναντήθηκαν για έναν καφέ.  Εκεί κάθονταν και μίλαγαν ώρα.   Τα πήγαιναν καλά μαζί και γελούσαν μεταξύ τους.  Και η Μελίνα με το Νικόλα βρέθηκαν στο συνηθισμένο μέρος.
-          Επιτέλους να τα πούμε σαν άνθρωποι. (Νικόλας)
-          Η αλήθεια είναι ότι έχει μέρες να μιλήσουμε για τα προσωπικά μας.  Μου έλειψε ξέρεις.  (Μελίνα)
-          Τώρα ήρθαμε να τα πούμε όλα. 
-          Πες μου να δούμε.
-          Θυμάσαι εκείνη τη μέρα που σου είπα πως έπεσα πάνω σε μια τρελή στο δρόμο και εξαιτίας της τράκαρα;
-          Ναι, ξεχνιέται νομίζεις;  Και αν την έβλεπες θα τη στραγγαλίσεις.
-          Τη συνάντησα.
-          Σοβαρά;  Σε ποιο νοσοκομείο είναι;
-          Σε κανένα, αν σου πω τι έχει συμβεί δεν θα πιστέψεις.  Εκείνη η κοπέλα είναι η Φιλιώ, από το πανεπιστήμιο μας.  Μάλλον την ξέρεις.  Σας είδα κοντά μια φορά και ίσως είναι για αυτή που άκουγα από εσάς.
-          Η Φιλιώ;  Αχαχχα  ναι, ωραίο τυπάκι έτσι;
-          Μόνο τυπάκι;  Ήρθαμε και πιο κοντά χθες στο πάρτι.  Θα σου πω κάτι αλλά μεταξύ μας, φιληθήκαμε χθες.
-          Ααα.. Νικόλα μου, σ’ αγαπάω.  Χαίρομαι για εσένα.
-          Εεε περίμενε..
-          Α μη μου πεις.  Μετά τα πήρε και σου τις έφεξε μήπως;
-          Όχι, παράξενο ε;  Αλλά μου έλεγε πως υπάρχει κάτι που την εμποδίζει, κάτι που για να είμαι ειλικρινής με ανησύχησε, αλλά εγώ θα είμαι δίπλα της για να τη βοηθήσω σε ότι χρειαστεί, γιατί πραγματικά μου αρέσει.  Με έκανε να νιώσω πολύ όμορφα μαζί της.
-          Μπράβο Νικόλα μου που θα τη βοηθήσεις και δεν θα τα παρατήσεις επειδή ζητάει χρόνο.
-           Ποτέ δεν θα το έκανα, πάντα θα είμαι κοντά της, να τη στηρίζω.
-          Ναι έτσι να κάνεις.
-          Και εσύ;  Πες μου τα δικά σου.
-          Άκου, εγώ γνώρισα το Σταύρο το παιδί τις προάλλες.  Και εμείς ήρθαμε πιο κοντά αλλά του είπα πως θέλω χρόνο. 
Έμειναν εκεί να συνεχίσουν την κουβέντα τους.  Η Ελπίδα με το Χρίστο αποφασίζουν να πάνε και αυτοί μια βόλτα στα μαγαζιά να περιπλανηθούν, αλλά που να ήξεραν ότι εκεί θα συμβεί κάτι που θα αλλάξει τη ζωή κάποιου γνωστού τους.   Απόγευμα, η Φιλιώ και ο Νικόλας στα καταστήματα, η Ελπίδα και ο Χρίστος το ίδιο και κάποιος άλλος εκεί.  Η Φιλιώ και ο Νικόλας περπατάνε χαρούμενοι και ανέμελοι όταν κάποιος τους εκείνη την ώρα τους παρακολουθούσε, ή μάλλον έχουμε αυταπάτες!  Εκεί που είναι η Ελπίδα και ο Χρίστος, εκεί που πάνε να ψωνίσουν κάτι, η Ελπίδα πέφτει πάνω σε ένα νεαρό.   
-           Χίλια συγνώμη. (Ελπίδα)
-          Εμένα με συγχωρείς, δεν είδα που πήγαινα.
-          Όλα εντάξει τότε.
-          Ναι μια χαρά.  Πέτρος.
-          Ελπίδα, χάρηκα.
Η Μελίνα είναι στο σπίτι της.  Αποφασίζει να πάρει ένα τηλέφωνο το Σταύρο.
-          Μελίνα;
-          Έλα Σταύρο, χάθηκες.
-          Ναι , ήθελα να σε έπαιρνα τηλέφωνο αλλά σκέφτηκα πως θα ήθελες λίγο χρόνο με την Έλενα σήμερα. 
-          Η Έλενα πήγε με το Χάρη έξω, το φίλο σου.  Σου το έχει πει;
-          Μου είπε για την Έλενα, αλλά σήμερα δεν μιλήσαμε στο τηλέφωνο.  Πάμε και εμείς ένα περίπατο;
-          Που λες να πάμε;
-          Πάμε κάπου να περπατήσουμε και μετά λέω πως είναι μια καλή ευκαιρία να πούμε σε όλους να βρεθούμε απόψε, έτσι για να γνωριστούμε μεταξύ μας.
-          Έχεις δίκαιο, τόσοι που είμαστε, θα κάνουμε μια μεγάλη παρέα.
Τελικά το απρόβλεπτο, αυτό που δεν περίμενε κανείς, τη Φιλιώ με το Νικόλα.
-          Πως νιώθεις εσύ; (Νικόλας)
-          Θες να σου πω στ αλήθεια;  Νιώθω πολύ όμορφα κοντά σου και ασφαλής. Δεν ξέρω πως το έκανα εγώ αυτό και δεσμεύτηκα μαζί σου τόσο απλά και εύκολα.  Πίστευα πως δεν θα μπορούσα τόσο νωρίς να συμβεί αυτό μεταξύ μας. (Φιλιώ)
-          Εγώ είμαι πολύ ευτυχισμένος πάντως.
-          Έστω και αν δεν τα ξέρεις όλα για εμένα;
-          Σου είπα, σιγά σιγά.  Όταν νιώσεις εσύ έτοιμη και την ανάγκη να μου μιλήσεις εδώ θα είμαι, να μου τα πεις να τα ξεκαθαρίσουμε και να σε βοηθήσω.
-          Και αν αυτά που θα σου αποκαλύψω κάποια στιγμή κάνουν τα αισθήματα σου να αλλάξουν;
-          Αυτό δεν θα συμβεί, ότι και να είναι, όσο τρομερό και αν είναι αυτό.  Ήσουν ειλικρινής μαζί μου και αυτό μου αρκεί.  Το ξέρω πως δεν είσαι ακόμη σε θέση να μου τα πεις.  Αλλά όταν έρθει αυτή η στιγμή να είσαι σίγουρη πως θα είμαι δίπλα σου.
-          Νικόλα, σε ευχαριστώ και θέλω να ξέρεις πως σημαίνεις πολλά για εμένα.
-          Μου αρκεί αυτό για αρχή.
 Η Μελίνα με το Σταύρο περνάνε αξέχαστες στιγμές μαζί, ένα απόγευμα οι δύο τους.  Ήρθαν και πιο κοντά.  Έφθασε και το βράδυ, εκείνο το βράδυ όπου όλοι μαζί θα έβγαιναν έξω,  αλλά και το βράδυ που το παρελθόν θα βρεθεί ξανά μπροστά τους.
-      έχουμε να σας ανακοινώσουμε κάτι. (Νικόλας)
-     Άντε πέστε μας. (Έλενα)
-          Με το Νικόλα είμαστε μαζί, τέλος.  Ουδέ σχόλιο, και αυτά τα πολλά πολλά λόγια δε χρειάζονται. (Φιλιώ)
-          Μέχρι και εδώ όλα απλά να γίνουν μαζί σου Φιλιώ (Μελίνα)
-          Για αυτό μ’ αρέσει. (Νικόλας) (και της δίνει μια αγκαλιά )
-          Και εμείς έχουμε κάτι να πούμε (Έλενα)
-          Ναι, είπαμε να δώσουμε και για εμάς μια ευκαιρία, να δούμε αν ταιριάζουμε. (Χάρης)
-          Άντε παιδιά τότε, στην υγειά μας και σε άλλα ακόμη. (Χρίστος)
Περνούσε η νύκτα και όλοι διασκέδαζαν, άφησαν αυτή τη νύχτα να τους μαγεύει και να έρθουν όλοι πιο κοντά, αλλά αυτό που δεν πρόβλεπε κανένας τους είναι πως κάποιος εκείνη τη στιγμή τους έβλεπε και προσπαθούσε να βρει ένα τρόπο να μπει ανάμεσα τους.  Έναν τρόπο να συναντηθεί με κάποιο πρόσωπο.  Ένα πρόσωπο από το παρελθόν.  Ένα άτομο που συνδέεται μαζί του με κάποιο τρόπο από τα παλιά.  Και κάτι άλλο τους σύνδεε, αλλά αυτό έπαψε να υπάρχει, κόπηκε, όπως κόβεις τον ομφάλιο λώρο της μάνας με το παιδί, έτσι κόπηκε κάθε ένωση κάθε επαφή μεταξύ τους.
-          Θα πάω μια στιγμή πάνω. (Φιλιώ)
-          Ερχόμαστε και εμείς. (Έλενα)
Έτσι τα κορίτσια πήγαν μαζί στην τουαλέτα.  Η Φιλιώ όμως έμεινε λίγο πίσω.  Τι ήταν αυτό που την έκανε να αφήσει τις κοπέλες και να αλλάξει πορεία;  Που πήγε; Κάτι τη συγκλόνισε, κάτι την άφησε άφωνη, της αλλάζει για μια ακόμη φορά τη ζωή, τη μπερδεύει και την κάνει να σκέφτεται για μια ακόμη φορά το παρελθόν της.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου