Επεισόδιο 7


-          Χρίστο;
-          Αυτό που μόλις έχει συμβεί..
-          Δεν ξέρω γιατί αλλά δεν ντρέπομαι για αυτό που μόλις έκανα.
-          Γιατί να ντρέπεσαι Ελπίδα μου;  Το θέλαμε και οι δύο.
-          Ναι αλλά δεν ήταν σε μια στιγμή αδυναμίας;
-          Καθόλου.  Εκείνη τη μέρα που ήρθες σπίτι μου μετά το χορό και κοιμήθηκες, τη στιγμή που περίμενα να μου τα πεις όλα για το Γιώργο και που σε είχα γαργαλίσει, το χαμόγελο σου, όλα πάνω σου με έκαναν να νιώσω ένα τσίμπημα, ένα μούδιασμα σε όλο μου το κορμί.  Συνειδητοποίησα πως ήμουν ερωτευμένος μαζί σου, αλλά ποτέ μου δεν το είχα καταλάβει.
-          Παρ’ όλα αυτά όμως εσύ συνέχισες να μου συμπεριφέρεσαι φυσιολογικά όπως πριν, σαν κολλητός;
-          Ναι, γιατί πάνω από όλα είσαι εσύ για εμένα.  Δεν θα σε έχανα για τίποτα στον κόσμο.  Όσο και αν με πονούσε, εγώ θα ήμουν πάντα δίπλα σου.  Και θα το κάνω. 
-          Και τώρα;  Μετά από αυτό που μόλις έγινε;
-          Εσύ να μου πεις τι σκέφτεσαι;
-          Δεν θα φωνάξω, δεν θα σου πω ότι φταις ή ότι με εκμεταλλεύτηκες σε μια στιγμή αδυναμίας.  Απλά θέλω να ξέρεις πως για έναν ανεξήγητο λόγο αυτή τη νύχτα, μάρτυρα μας όλα αυτά τα αστέρια, ήθελα να κάνω έρωτα μαζί σου. 
-          Αισθάνθηκες κάτι για εμένα;
-          Τώρα αντιλαμβάνομαι πόσο σημαντικός μου είσαι στη ζωή. 
-          Αλλά αυτό δεν είναι αγάπη.
-          Τουλάχιστον τώρα.
-          Αν δεν το ένιωσες ακόμη δεν θα το αισθανθείς ποτέ σου.
Γιατί ο καθένας από εμάς κοιτάει τόσο μακριά;  Γιατί αναζητάμε αλλού αυτού που έχουμε  είδη δίπλα μας;  Ποτέ δεν θα μπορέσει να το εξηγήσει αυτό κανείς.  Απλά για έναν ανεξήγητο λόγο το αντιλαμβανόμαστε την τελευταία στιγμή, πως αυτός είναι ο άνθρωπος μας και χωρίς αυτόν δεν αξίζει να ζούμε, αλλά θα είναι πλέον αργά.  Γιατί θα βρίσκεται μακριά από εμάς και για αυτό οι μόνοι υπαίτιοι θα ήμαστε εμείς οι ίδιοι.  Πάντως εκείνο το βράδυ η Ελπίδα άλλαξε, όχι  μόνο εσωτερικά αλλά και εξωτερικά.  Έγινε πιο δυνατή και κανένα δεν θα άφηνε να την προσβάλει ξανά.  Αποφάσισε να αλλάξει και την εμφάνιση της.  Που να ζήταγε βοήθεια όμως, αφού εκείνο το βράδυ ενώ κάποιοι είχαν χωρίσει, αυτή γευόταν την ηδονή του κορμιού ενός άντρα.  
Στο σπίτι της Μελίνας ο Νικόλας και η Έλενα προσπαθούσαν να την κάνουν να νιώσει καλύτερα.  Μετά από αρκετή ώρα επιτέλους κατάφεραν να την ηρεμίσουν και έτσι η Μελίνα έπεσαι σε ένα βαθύ ύπνο.  Η Ελπίδα πήγε από εκεί να δει τι συμβαίνει αφού κανείς τους δεν απαντούσε.  Είχε αρχίσει να ανησυχεί.
-          Τουλάχιστον ας με παίρνατε και ένα τηλέφωνο. (Ελπίδα)
-          Ήταν δύσκολη νύχτα Ελπίδα.  Έλα θα στα πούμε.  Μόλις καταφέραμε και την ηρεμίσαμε.
Η Μελίνα στη σχέση της με το Σταύρο αν και ζούσε αυτό που πάντα ονειρευόταν, ένιωθε πως κάτι έλειπε.  Αυτό σίγουρα δεν ήταν η έλλειψη αγάπης αλλά η επικοινωνία, το αίσθημα της ελευθερίας και της προσωπικότητας.  Σε μια σχέση δεν είναι μόνο οι δύο τους και τέλος.  Συμμετέχουν και οι φίλοι, οι στιγμές που θες να είσαι λίγο μόνος να σκεφτείς, στιγμές που θες να περάσεις με τον κολλητό ή την κολλητή σου και να θυμηθείτε τα παλιά.  Σχέση δεν είναι φυλακή,  να είστε από το πρωί μέχρι το βράδυ μαζί και να μην αφιερώνετε λίγο χρόνο για εσάς.   Ακόμη αυτό που είναι σημαντικό είναι να μπορεί ο καθένας να εκφράζει αυτά που επιθυμεί και ονειρεύεται.  Να μπορούν οι δύο τους να επικοινωνούν.  Λάθος και της Μελίνας που δεν μίλησε από την αρχή.  Αλλά γιατί δεν έδωσε μια ευκαιρία στο Σταύρο να προσπαθήσουν;  Φτάνει ευκαιρίες, ήρθε η στιγμή να δούμε και λίγο πράξεις, γιατί τα λόγια είναι εύκολο να ειπωθούν αλλά οι πράξεις δύσκολο να εκφραστούν.  Ο Χάρης πήρε το Σταύρο στο σπίτι του να ξεκουραστεί.  Πρώτη φορά έβλεπε το φίλο του σε αυτό το χάλι.  Πως είχε καταντήσει έτσι ο κολλητός του για ένα κορίτσι!  Αλλά δεν ήταν απλά ένα κορίτσι για εκείνον, ήταν η κοπέλα που ερωτεύθηκε.  Για πρώτη φορά στη ζωή του είχε νιώσει έτσι για κάποια.  Τελικά οι περισσότερες έχουν πληγώσει τους μοναδικούς ανθρώπους που τις έχουν ερωτευθεί πραγματικά. 
Αυτή η όμορφη και δύσκολη νύχτα είχε τελειώσει.  Ο ήλιος έκανε την εμφάνιση του ρίχνοντας τις καυτερές του ακτίνες δώθε εκεί.  Η Ελπίδα έκανε την αλλαγή της και πήγε στο πανεπιστήμιο.  Από αυτή τη στιγμή έτσι θα εμφανίζεται.  Τέλος το σπασικλάκι και το απεριποίητο κορίτσι που ήταν και όλοι γνώριζαν.  Τώρα θα φροντίζει τον εαυτό της.  Στην είσοδο είχε καταφθάσει ο Νικόλας με την Έλενα.  Σε λίγο ήρθε ο Χρίστος και η Φιλιώ, και αργότερα ο Χάρης.  Δύο πρόσωπα εκείνο το πρωί απουσίαζαν.
-          Και ο Σταύρος αγάπη; (Έλενα)
-           Δεν ήθελε να δώσει την εντύπωση στη Μελίνα πως δεν θα έρθει για εκείνη και να αισθανθεί άσχημα, αλλά φαίνετε πως έχει κρυολογήσει.  Μου είπε να τον αφήσω μόνο του και να έρθω.  έχει 39 πυρετό.
-          Δεν πρέπει να πάρει κάτι για να βοηθήσει τον πυρετό να κατέβει;
-          Έπρεπε αλλά φώναζε, ήθελε να μείνει μόνος.  Μα τι έπαθαν έτσι στα ξαφνικά;
-          Τι να πω.  Κάτι μας έλεγε ο Νικόλας χθες. 
Η Ελπίδα έκανε την εμφάνιση της.  Συνέχισε να συμπεριφέρεται όπως κάθε φορά, χωρίς να έχει αλλάξει κάτι επάνω της.
-           Δεν ανησυχείς μήπως σε δει και σε αναγνωρίσει;
-          Όχι.  Τέλος τα ψέματα Χρίστο.  Ήρθε η στιγμή να μάθει ο Γιώργος πως εκείνο το βράδυ χόρευε με το πιο άσχημο κορίτσι που ξέρει.
 Ο Γιώργος περνούσε εκείνη την ώρα από εκεί και άκουσε τη συζήτηση.  Γύρισε και την είδε. 
-          Εσύ ήσουν τελικά; (Γιώργος)
-          Ναι, δεν μπορώ άλλο να το κρύβω. (Ελπίδα)
-          Γιατί δεν μου το είχες πει;
-          Γιατί να στο πω;  Αφού όταν με έβλεπες πάντα μου γύρναγες την πλάτη και με κορόιδευες.
-          Τώρα όμως βλέπω πως είσαι διαφορετική από τις άλλες μέρες.  Όπως εκείνο το βράδυ.
-          Ναι αλλά αυτό δεν αλλάζει τίποτα.  Και ξέρεις κάτι, από την πρώτη στιγμή που σε είδα με τύφλωσε η ομορφιά σου και ξετρελάθηκα μαζί σου, αλλά τελικά κατάλαβα πως δεν είναι αυτά που έχουν αξία.  Γιατί εσύ μέσα σου δεν έχεις καρδιά αλλά πέτρα.  Το μόνο που θες είναι να έχεις όλα τα κορίτσια στα πόδια σου και να κάνεις το κέφι σου όποτε θες.  Εγώ όμως δεν θα παίξω το παιχνίδι σου.  Χθες κατάλαβα πως δεν είμαι αυτό το ασήμαντο κοριτσάκι που όλοι το κοροϊδεύουν και παίζουν μαζί του.  Άλλαξα ξέρεις, έγινα πιο δυνατή, και τίποτα δεν θα με κάνει πλέον να κλάψω τόσο εύκολα για κανέναν, ιδικά για εσένα, που το μόνο που σου αξίζει είναι να σε απορρίψουν και να μείνεις μόνος σου για να καταλάβεις.
-          Σε παρακαλώ περίμενε.  Το ξέρω πως έχεις δίκαιο για όλα όσα μου λες.  Τώρα καταλαβαίνω πόσο άσχημα συμπεριφέρθηκα.
-          Άργησες όμως.  Τώρα για μένα είσαι πλέον παρελθόν.
-          Δεν μπορεί έτσι εύκολα να με ξεπέρασες.
-          Φαίνεται πως δεν κατάλαβες.  Άφησα τον εαυτό μου να τυφλωθεί από εσένα, αλλά αυτό τελικά δεν ήταν έρωτας.  Ευτυχώς για εμένα δηλαδή, γιατί μου ήταν πιο εύκολο να σταματήσω να σε σκέφτομαι και να σου μιλήσω.  Συνέχισε και κάνε πως δεν συνέβηκε ποτέ αυτό.
-          Δεν μπορεί να πιστεύεις αυτά που μου λες.
-          Και βέβαια τα πιστεύω.

Ο Γιώργος την φυλάει χωρίς την θέληση της.  Αυτή όμως δεν υποκύπτει σε αυτό το φιλί, που παλιά τόσο ποθούσε και ονειρευόταν να γευτεί από τα κόκκινα του χείλη, αλλά του έδωσε να καταλάβει πως αυτά που μόλις του είχε πει τα εννοούσε, με το να τον σπρώξει προς τα πίσω.  Πράγματι η Ελπίδα τα εννοούσε.  Κάτι άλλαξε μέσα της.  Δεν δάκρυσε καθόλου για τον Γιώργο.  Αυτός ήταν πλέον παρελθόν, μια παλιά ανάμνηση, ένα άπιαστο όνειρο που τώρα είχε σβήσει.  Στη θέση αυτού του ονείρου είχε πάρει τη θέση άλλος και περίμενε τη στιγμή να του το πει αλλά δεν έβρισκε τον τρόπο.  Χθες το βράδυ, μετά που άφησε το Χρίστο και έμεινε για λίγο μόνη της, συνειδητοποίησε πόσο πολύ της λείπει.  Πόσο πολύ τον αγαπούσε και ήθελε να το φωνάξει σε όλους.  Αλλά ήθελε και λίγο χρόνο να σκεφτεί, να βρει τον τρόπο να του το πει.  Γιατί χθες πριν φύγει του είχε πει πως δεν ήταν αγάπη.  Πως γίνεται τώρα να κατάλαβε το αντίθετο.  Θα πίστευε πως τον κορόιδευε.  Σπίτι της η Μελίνα, να κλαίει και να αναρωτιέται γιατί.  Ένα γιατί που θα έμενε αναπάντητο για μια ζωή αν δεν το απαντούσε η ίδια στον εαυτό της.  Πήγε και πήρε το τηλέφωνο της.  Δεν μπορούσε την αναμονή άλλο.  Μάταια, καμία απάντηση δεν πήρε.  Ίσος να μην ήθελε να της μιλήσει, να ήταν θυμωμένος μαζί της για χθες.  Τι να έκανε;  Πήρε τηλέφωνο το Νικόλα.
-          Νικόλα που είστε;
-          Πανεπιστήμιο κοπέλα μου που να είμαστε.  Εσύ ξύπνησες επιτέλους;  Ξεκουράστηκες;
-          Άσε με εμένα Νικόλα και πες μου, πως είναι ο Σταύρος;
-          Ο Σταύρος δεν ήρθε.  Αρρώστησε φαίνετε από χθες που τριγυρνούσε μέσα στο κρύο.  Ανέβασε 39 πυρετό.
-          Τι;  Για αυτό δεν μου απαντάει.  Ίσος δεν το ακούει.
-          Τον πείρες τηλέφωνο δηλαδή;
-          Ναι Νικόλα.  Πρέπει να τον δω, να του μιλήσω.  Βιάστηκα πολύ να πάρω αποφάσεις που σίγουρα θα μετανιώνω.
-          Πήγαινε σπίτι του να τον βρεις τότε.  Φρόντισε τον και λίγο.  Θα είναι χάλια.
-          Αν δεν μου ανοίξει;
-          Πήγαινε εσύ και προσπάθησε.
Η Φιλιώ στο μεταξύ είχε έρθει πιο κοντά με το Νικόλα.  Όλα αυτά που είχαν συμβεί και με τους άλλους τις τελευταίες μέρες, ήταν μια αφορμή.  Το τηλέφωνο της Φιλιώς είχε χτυπήσει εκείνη την ώρα που μιλούσε με την Έλενα.
-          Ο Πέτρος πάλι. (Φιλιώ)
-          Γιατί δεν του απαντάς; (Έλενα)
-          Κουράστηκα μαζί του.  Είναι πιεστικός και νομίζει πως όλα περιστρέφονται γύρω από αυτόν.  Δεν είναι ο μόνος που υπάρχει σε αυτό τον κόσμο.  Έχουμε τόσα προβλήματα, τόσα μπερδέματα, και αυτός στον κόσμο του.  Ένας εγωιστής είναι  και τίποτα άλλο.  Λάθος μου μεγάλο που γύρισα σε αυτόν. 
-          Τι θες να μου πεις;
-          Ότι μετανιώνω που του έδωσα αυτή την ευκαιρία.  Φτάνει όμως, όλα θα τελειώσουν. 
Ο Νικόλας μετά το τηλεφώνημα της Μελίνας, ξεκίνησε να πάει στο σπίτι της.  Ο Χάρης έμεινε με την Έλενα στο πανεπιστήμιο γιατί δεν τελείωσαν ακόμη.  Η Ελπίδα ήθελε να μιλήσει στο Χρίστο, αλλά αυτός φαίνετε πως είχε φύγει πριν ώρα χωρίς να το καταλάβει αυτή, γιατί μιλούσε με τον Γιώργο.  Η Φιλιώ ήταν έτοιμη να φύγει αλλά ήρθε ο Πέτρος εκείνη την ώρα.
-          Σε πήρα χίλιες φορές.  Τι έπαθες, γιατί δεν απαντάς; (Πέτρος)
Ο Πέτρος είχε βγει εκτός ορίων.  Είχε πάρει τη Φιλιώ από το μπράτσο και την ταρακουνούσε.
-          Άσε με, με πονάς. (Φιλιώ)
-          Νόμιζα πως ήσουν δυνατή όπως μας το έπαιζες.
-          Τι έπαθες Πέτρο γιατί συμπεριφέρεσαι με αυτό τον τρόπο;
-          Γιατί δεν μου λες την αλήθεια ε;  Σ’ αρέσει ο Νικόλας, γιατί δεν το παραδέχεσαι;
-          Δεν έχω να παραδεχθώ τίποτα σε εσένα.  Ξέρεις κάτι, έκανα λάθος δεν έπρεπε να σε ξανά εμπιστευθώ ποτέ μου.  Εμείς Πέτρο έχουμε τελειώσει οριστικά.  Χθες κατάλαβα ποιός πραγματικά είσαι.  Ένας εγωκεντρικός, αφόρητα αρρωστημένος ζηλιάρης.
-          Σταμάτα..
Την σπρώχνει στο πάτωμα και τη χτυπάει.
-          Γιατί γύρισες πάλι, αφού δεν με αγαπάς.  (Φιλιώ)
-          Και εσύ τι ξέρεις από αγάπη; (Πέτρος)
-          Είσαι άρρωστος Πέτρο.
-          Ναι άρρωστος γι’ σένα.  Δεν θα σε αφήσω να επιστρέψεις σε εκείνον το κατάλαβες;
-          Δεν μας ενώνει τίποτα πια Πέτρο.  Κατάλαβα πως ότι είχαμε, τελείωσε πριν καιρό.  Τώρα είμαι αλλού.
-          Μέχρι χθες μου έλεγες πως δεν ένιωθες αγάπη για αυτόν.
-          Κάποιες στιγμές χρειαζόμαστε λίγο χρόνο να το συνειδητοποιήσουμε και εγώ κατάλαβα πως είμαι ερωτευμένη μαζί με τον Νικόλα.  Δε μπορώ μακριά του.
-          Είσαι μια πρόστυχη.
Είχε θυμώσει τόσο πολύ.  Μπροστά στην αυλή άρχισε να τη χτυπάει χωρίς να τον νοιάζει τίποτα.  Η Ελπίδα ήταν εκεί και τα έβλεπε όλα.  Τρομαγμένη δεν ήξερε τι να κάνει.  Όσοι ήταν εκεί και έβλεπαν τη σκηνή προσπάθησαν να τον σταματήσουν.  Ο Πέτρος έφυγε.  Εκείνη τη μέρα ήταν η τελευταία φορά που τον είδαν.  Εξαφανίστηκε και δεν επέστρεψε ποτέ του.  Κανείς δεν έμαθε ούτε έψαξε για αυτόν.  Ο Νικόλας πήγε στο σπίτι της Μελίνας.  Εκείνη του άνοιξε και τον άφησε μέσα να περιμένει μέχρι να πάει στο σπίτι του Σταύρου.  Έπρεπε να δράσει, να κάνει κάτι πολύ σύντομα, πριν να τον χάσει μια για πάντα.  Τον αγαπούσε πάρα πολύ και δεν το άντεχε όλο αυτό.  Όμως όταν έφθασε στο σπίτι του και χτύπησε το κουδούνι, αυτός δεν άνοιξε την πόρτα.
-          Σταύρο;  Σταύρο;  Άνοιξε την πόρτα.  Σε παρακαλώ, πρέπει να σου μιλήσω.  Σ’ αγαπάω Σταύρο, ας δώσουμε μια ευκαιρία στη σχέση μας.  Σταύρο…
Όλα τελείωσαν, αυτό σκεφτόταν και ξανασκεφτόταν.  Μέσα από λυγμούς φώναζε το όνομα του και πόσο τον αγαπούσε.  Δεν άντεχε άλλο αυτό τον πόνο στην καρδιά της.  Κάθισε έξω από την πόρτα του και έκλεγε.  Άφησε όλα της τα δάκρυα να χυθούν μήπως και απαλύνουν τον πόνο της.  Ο Νικόλας βρισκόταν ακόμη στο σπίτι της Μελίνας, η οποία μόλις του είχε στείλει ένα μήνυμα.  «πήγαινε στην αποθήκη και ψάξε να βρεις κάτι για να ανοίξουμε την πόρτα.  Υπάρχουν κάποια εργαλεία του μπαμπά μου σε ένα μπαούλο.  Έλα γρήγορα, σε περιμένω, δεν αντέχω άλλο, είμαι απελπισμένη»  Ο Νικόλας έτρεξε αμέσως όπως του είχε πει.  Βρήκε το μπαούλο που ήταν στην άκρη και το άνοιξε. Κάτι όμως του τράβηξε την προσοχή. Η ματιά του πήγε σε ένα γράμμα.  Κάτι σ’ αυτό του κίνησε το ενδιαφέρον.   Τι ήταν αυτό όμως που τον έκανε να αισθανθεί περισσότερο ανυπομονησία;  Να δει το περιεχόμενο;  Χωρίς δεύτερη σκέψη το άρπαξε και το άνοιξε.  Μέσα σ’ αυτό το γράμμα κρύβεται μια ακόμη αλήθεια, αλλά και ένα μυστικό.  Διαβάζοντας το γράμμα μπερδεύεται ακόμη περισσότερο.  Αυτός ο φάκελος του ήταν γνώριμος.  Τον είχε ξαναδεί.  Δεν ήταν ένας συνηθισμένος, απλός και καθημερινός, αλλά κάτι υπήρχε που τον έκανε να ξεχωρίζει.  Ίσως το περιεχόμενο του...

1 σχόλιο: